![]() |
photo by:zannikou georgia |
1
Τη μέρα εκείνη, με
τη μπλε σεπτεμβριανή σελήνη,
σε μια μικρή
δαμασκηνιά αποκάτω, δίχως λέξη
να λέμε, κράταγα
στην αγκαλιά μου τη χλωμή μου
αγάπη, κι είταν
όνειρο γλυκό – αχ, και να μη φέξει!
Κι απάνω μας, στον
όμορφο τον ουρανό του θέρους,
καθόταν ένα σύννεφο
που τό ’βλεπα ώρες και ώρες:
λευκό, κατάλευκο,
τεράστιο, στον αιθέρα αλάργα·
μα σαν επήγα να το
ξαναδώ, είταν σ’ άλλες χώρες.
2
Από τη μέρα εκείνη
και μετά φεγγάρια πλήθος
κολύμπησαν αμίλητα
στα πέλαγα τα ουράνια.
Κοπήκαν οι
δαμασκηνιές· ξυλεύτηκαν· καήκαν –
κι εσύ όλο με ρωτάς
τί απέγινε ο έρωτας. Αδράνεια
του νου, σου λέω,
με κωλύει να θυμηθώ, κι εν τούτοις
καταλαβαίνω, ναι,
καλά τί πας να πεις. Αχ, σβήσει
πλέον έχει μέσα μου
η όψη της, δεν τη θυμάμαι διόλου·
θυμάμαι, πάντως,
πως την είχα τότε, ω ναι, φιλήσει.
3
Αλλά κι εκείνο το
φιλί θαν τό ’χα λησμονήσει
από καιρό, αν δεν
είτανε παρόν και μας θωρούσε
το συννεφάκι… τότε…
που το ξέρω… το θυμάμαι:
λευκό, κατάλευκο,
στον ουρανό βραδυπορούσε.
Μπορεί οι
δαμασκηνιές να θάλλουν πάντοτε, ν’ ανθίζουν,
κι εκείνη η κοπελιά
ίσως νά ’χει εφτά παιδιά να θρέψει
αυτή την ώρα. Αλλά
τί λίγο που άνθισε εκεί τότε
το σύννεφο! Και
πόσο βιάστηκε ο αέρας να το δρέψει!
BERTOLT BRECHT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου